ΟΜΙΛΙΑ κατά την εορτή του πολιούχου Καρδίτσης, Αγίου Σεραφείμ του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου π. Θεοκλήτου Δήμου, Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Γενεσίου Της Θεοτόκου Πετρίλου Αγράφων
Σάββατο των Μυροφόρων 2021
Ιερός Μητροπολιτικός Ναός Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Καρδίτσης
Αρχιμανδρίτης Θεόκλητος Δήμου
Καθηγούμενος Ιεράς Μονής Γενεσίου Της Θεοτόκου Πετρίλου Αγράφων
Σεβασμιώτατοι άγιοι Αρχιερείς,
Σεβαστοί πατέρες,
Εν Χριστώ αδελφοί,
Χριστός ανέστη!
Αυτόν ακριβώς το χαιρετισμό αναφώνησαν στους μαθητές πρώτες οι Μυροφόρες γυναίκες, τις οποίες τιμά σήμερα η Εκκλησία, τον ίδιο οι δυο από τους κρυφούς Μαθητές του Κυρίου, Νικόδημος και Ιωσήφ, την αυτή εμπειρία βιώνουν και μας μαρτυρούν μέχρι σήμερα όλοι οι άγιοι της οικουμένης, μια εμπειρία αναστάσιμη που βίωσε και ο άγιος μας, άγιος Σεραφείμ ο Θαυματουργός, επίσκοπος Φαναρίου και Νεοχωρίου, ώστε να μεσιτεύσει στον τριαδικό θεό να παύσει την ανομβρία του 1927, κατά την λιτανεία που έλαβε χώρα μετά την κυριακάτικη θεία Λειτουργία εδώ, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό της Καρδίτσης.
Έτσι αντιμετωπίζονταν οι λιμοί, οι αρρώστιες και οι ανεπίλυτες δυσκολίες στην ζωή της Εκκλησίας κάτι που έκανε μέχρι και τους απίστους να παραδέχονται την δόξα του Αναστημένου Χριστού.
Οι μυροφόρες γυναίκες και οι δυο κρυφοί μαθητές είναι αυτοί που υπηρέτησαν το Χριστό στον τάφο του.
Οι δυο μαθητές τόλμησαν και ζήτησαν από τον Πιλάτο το σώμα του Χριστού, το κατέβασαν από τον Σταυρό και το ενταφίασαν. Οι γυναίκες ακολούθησαν το Χριστό από τη Γαλιλαία, ανέβηκαν μαζί του στα Ιεροσόλυμα, βάδισαν κοντά του στο Σταυρό, κάθισαν απέναντι στον τάφο όταν ενταφιαζόταν και ετοιμάστηκαν για να πάνε την τρίτη ημέρα να συνεχίσουν τα της ταφής.
Όπως κατά τις Κυριακές της Σαρακοστής μελετούσαμε το Πάθος του Χριστού, τώρα τις Κυριακές του Πάσχα, μελετούμε την Ανάστασή του.
Γιορτάζουμε τις εμφανίσεις του Χριστού, όπως μας τις περιγράφουν τα ευαγγέλια, και μελετούμε την μαρτυρία των μαθητών στον κόσμο, όπως την γνωρίζουμε από την ιστορία της πρώτης κοινότητας των χριστιανών, τις Πράξεις των Αποστόλων. Όπως την βίωσαν οι Άγιοι μας και την Ζει η Εκκλησίας στους Αιώνες Σ’ Αυτόν τον Αναστάντα Κύριο πίστεψε με όλη του τη καρδιά και ο Άγιός μας, για την Αγάπη του Μαρτύρησε έχοντας πάντα κατά νού «την καλὴν παρακαταθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν» η πιστή του στον Αρχηγό της Ζωής που νίκησε τον Θάνατο ήταν αυτό που έδωσε δύναμη στον Άγιο Σεραφείμ αλλά και σε όλους τους Μάρτυρες της πίστεως, αλλά και τους συνδέει με το μέγιστο γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας, που είναι η ανάσταση του Θεανθρώπου.
Τα αποτελέσματα της οποίας είναι τα θαυμαστά γεγονότα που επιτελούνται με την επίκληση και μεσιτεία τους προς τον Αρχηγό της Ζωής…..
Η Ανάσταση του Κυρίου είναι γεγονός που δεν προσεγγίζεται με τη λογική, ούτε ψηλαφάται με τις ανθρώπινες αισθήσεις. Πρόκειται για το μέγιστο θαύμα του Θεού, που υπερβαίνει τα όρια της ανθρώπινης κατανόησης και προσκρούει στις νοητικές μας δυνάμεις.
Την Ανάσταση μπορούμε να την πλησιάσουμε και να την βιώσουμε μόνο με την δύναμη της πίστεως, που ξεπερνά τα περιορισμένα ανθρώπινα μέτρα και μάς δίδει την δυνατότητα να αναχθούμε σε πνευματικές σφαίρες που η λογική αδυνατεί να ερμηνεύσει.
Ενώ, όμως, η Ανάσταση του Κυρίου δεν αποδεικνύεται με συμβατικό και ψηλαφητό τρόπο, εντούτοις, αποκαλύπτεται μέσα από τους καρπούς της στη ζωή του κόσμου και της Εκκλησίας.
Ο πρώτος καρπός της Αναστάσεως είναι οι Μάρτυρες, με κορυφαίο τον σήμερα τιμώμενο Άγιο Σεραφείμ.
Ο Άγιός μας έδωσε το αίμα του, θυσίασε την ζωή του, αρνήθηκε την ανθρώπινη δόξα, για την αγάπη του Ιησού.
- Τόσο εκείνος, όσο και τα πλήθη των Αγίων Μαρτύρων, είναι δυνατόν να μαρτύρησαν για ένα ψέμα;
- Είναι ποτέ δυνατόν, επί είκοσι και πλέον αιώνες Εκκλησιαστικής ιστορίας, αναρίθμητα στίφη ανδρών και γυναικών, να θυσιάστηκαν, να μαρτύρησαν για μία απάτη;
Αν ο Χριστός ήταν ψεύτικος θα είχε γρήγορα ξεχαστεί.
Αν η Ανάσταση του Χριστού ήταν εφεύρημα του στενού κύκλου των Μαθητών Του, θα μπορούσε, ίσως, να παρασύρει κάποιους αφελείς εκείνα τα χρόνια.
Επειδή, όμως, είναι γεγονός μοναδικό και αναμφισβήτητο, εξακολουθεί να εμπνέει και να συνεπαίρνει, μέχρι και σήμερα, τους Χριστιανούς, πολλοί από τους οποίους, σε τόπους που διώκεται η πίστη, δε διστάζουν να χύσουν το αίμα τους για τον Αναστημένο Χριστό, μιμούμενοι το παράδειγμα του Αγίου Σεραφείμ.
Ο δεύτερος καρπός, μέσα από τον οποίο αποκαλύπτεται η Ανάσταση, είναι η εξάπλωση της πίστεως.
Στη διάρκεια της ιστορίας, πολλές θρησκευτικές διδασκαλίες έκαναν την εμφάνισή τους στον κόσμο. Πολλές φιλοσοφικές θεωρίες και κοσμικά ιδεολογήματα αναζήτησαν οπαδούς.
Τίποτα, όμως, από όλα αυτά δε διατηρήθηκε στο χρόνο και δε στεριώθηκε στις καρδιές των ανθρώπων. Όλες έσβησαν και ξεχάστηκαν με τον θάνατο των ιδρυτών τους, γιατί είναι ανθρώπινες και πεπερασμένες.
Η πίστη, όμως, στον Αναστημένο Χριστό, μεγαλύνθηκε και μεγεθύνθηκε με τον Σταυρικό θάνατο του Κυρίου.
Έγινε ιεραποστολική σημαία στα πέρατα του κόσμου και εξακολουθεί να πορεύεται στην ιστορία, παρά την λυσσαλέα πολεμική των εχθρών του Χριστού.
Τίποτα δεν πολεμήθηκε και δεν πολεμάτε περισσότερο από την Ανάσταση του Χριστού, κινήματα! Αιρέσεις! Αλλόθρησκοι! Επαναστάσεις! Ομάδες και οργανώσεις και ιδεολογίες της Νέας Εποχής συστρατεύονται με το πρόσχημα για το «καλό του Ανθρώπου», κατά της Εκκλησίας του Υιού του Ανθρώπου.
Η συνέχεια της χριστιανοσύνης ανά τους αιώνεςείναι καρπός όχι ανθρώπινων δυνάμεων και ικανοτήτων, αλλά της παντοδυναμίας του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Χριστού.
Υπάρχει, όμως, και ένας τρίτος καρπός της Αναστάσεως, που αποδεικνύει την αλήθεια της· είναι η διατήρηση της πίστης, παρά τα ολισθήματα και τις πτώσεις των ανθρώπων της Εκκλησίας.
Αν η Εκκλησία μας ήταν ανθρώπινο κατασκεύασμα, θα είχε εξαφανιστεί προ αιώνων πολλών, κάτω από το βάρος της αδυναμίας και της ανεπάρκειας πλειάδος στελεχών της, που Την πλήγωσαν και εξακολουθούν να Την πληγώνουν, μέχρι σήμερα.
Όμως, η Εκκλησία παραμένει σταθερή και εδραία, πράγμα που σημαίνει ότι, πίσω από τα πρόσωπα, βρίσκεται ο Αναστημένος Χριστός, που στηρίζει την Εκκλησία Του και φωτίζει τα μέλη Της με το φως της Αναστάσεώς Του.
Οι πρώτες αψευδείς μάρτυρες της Αναστάσεως, είναι οι Μυροφόρες Γυναίκες, ενώ ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος της ταφής του Κυρίου, η ταφή και ανάσταση είναι τα πιο κύρια και συνεκτικά στοιχεία της πίστεώς μας.
Ο Νικόδημος στη συνέχεια έγινε αποσυνάγωγος, γιατί δεν θέλησε να συμφωνήσει με τους Ιουδαίους, ενώ τον Ιωσήφ, αφού ενταφίασε το σώμα του Κυρίου, οι Ιουδαίοι τον έριξαν μέσα σ’ ένα βαθύ λάκκο, απ’ όπου αρπάχθηκε με θεία δύναμη και διασώθηκε στην Αριμαθαία, την πατρίδα του.
Και ο Χριστός, αφού αναστήθηκε, του εμφανίστηκε ενώ αυτός ακόμη έφερε τα δεσμά, πιστοποιώντας του έτσι ακόμη περισσότερο το μυστήριο της Αναστάσεως.
Και ενώ πάθαινε πολλά από τους Ιουδαίους, δεν δεχόταν να αποσιωπήσει το μυστήριο, αλλά με παρρησία έλεγε σε όλους αυτά που είχαν γίνει.
Λέγεται ότι ο Νικόδημος πρώτος κατέγραψε με λεπτομέρειες σε σύγγραμμα τα σχετικά με το πάθος και την ανάσταση, γιατί καθώς ήταν μέλος της συναγωγής ήξερε με ακρίβεια και τις αποφάσεις και τους λόγους των Ιουδαίων, ήξερε με λίγα λόγια τα πάντα.
Όταν λοιπόν, κατά τα Πάθη, όλοιτον αρνήθηκανκαιτού γύρισαντηνπλάτη, οιδύοαυτοί άνδρες διέσωσαν την αξιοπρέπεια όληςτής ανθρωπότητας. ΑγάπησαντονΧριστό, τονπίστεψανκαιτώρα ήρθε ἡ ώρανατο αποδείξουν έμπρακτα.
Γι’ αυτό τον λόγο, όπως είπαμε, μαζί με τις Μυροφόρες που είδαν την Ανάσταση, τάχθηκαν και αυτοί ως αψευδείς μάρτυρες της ταφής του Κυρίου.
Αυτές λοιπόν οι γυναίκες οι οποίες ήταν πάντα με τον Κύριο και τον βοηθούσαν στο έργο του όλα τα χρόνια, αφανείς μαθήτριες, έμελλε πρώτες να ζήσουν την Ανάσταση και να φέρουν στους Μαθητές το χαρμόσυνο μήνυμα. Διότι έπρεπε, το γυναικείο γένος που πρώτο αμάρτησε και κληρονόμησε την κατάρα, αυτό πρώτο να δει και την Ανάσταση, και αυτό που άκουσε: «Με λύπες θα γεννάς τα παιδιά σου» πρώτο να ακούσει τη χαρά.
Μυροφόρες ονομάστηκαν για τον εξής λόγο:
Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος, επειδή βιάζονταν μην τους προφτάσει η νύχτα του Σαββάτου, (Παρασκευή απόγευμα δηλαδή) άλειψαν το σώμα του Κυρίου όχι όπως έπρεπε, αλλά μόνο με αλόη και σμύρνα, και αφού το τύλιξαν με το σεντόνι, το έβαλαν μέσα στον τάφο.
Γι’ αυτό αυτές, επειδή ως μαθήτριες είχαν διάπυρη αγάπη στον Χριστό, την Παρασκευή αγόρασαν πολύτιμα μύρα, και μετά το Σάββατο πήγαν νύχτα, από τη μια για τον φόβο των Ιουδαίων, και από την άλλη για να κλάψουν από τα χαράματα και να αλείψουν με μύρα το σώμα, αναπληρώνοντας τότε την έλλειψη που οφειλόταν στη βιασύνη.
Όταν έφτασαν εκεί, είδαν διάφορες οπτασίες: τους δύο αγγέλους στο εσωτερικό του μνημείου και εκείνον που καθόταν πάνω στον λίθο. Ύστερα είδαν και τον ίδιο τον Χριστό και Τον προσκύνησαν, και η Μαγδαληνή Τον είδε και τον θεώρησε για τον κηπουρό.
Οι Μυροφόρες ήταν πολλές αλλά οι Ευαγγελιστές αναφέρουν μόνο τις πιο γνωστές.
Και αυτές ήταν:
Πρώτη απ’ όλες η Μαρία η Μαγδαληνή, από την οποία ο Χριστός έβγαλε επτά δαιμόνια.
Αυτή μετά την Ανάληψη του Χριστού πήγε στη Ρώμη, όπως λέγεται, και ανέφερε στον Καίσαρα Τιβέριο την υπόθεση του Χριστού, πετυχαίνοντας την καταδίκη σε θάνατο του Πιλάτου και των αρχιερέων.
Μετά πήγε στην Έφεσο, όπου και πέθανε και κηδεύτηκε από τον Ιωάννη τον Θεολόγο. Αργότερα ο βασιλιάς Λέων ο ΣΤ’ ο Σοφός (886-912) μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη το άγιο της λείψανο.
Δεύτερη ήταν η Σαλώμη, που ήταν θυγατέρα του Ιωσήφ του Μνήστορος, σύζυγος του Ζεβεδαίου και μητέρα του ευαγγελιστή Ιωάννη και του Ιακώβου. Γιατί ο Ιωσήφ είχε αποκτήσει τέσσερις γιούς, τον Ιάκωβο που λεγόταν μικρός, τον Ιωσή, τον Σίμωνα και τον Ιούδα, και τρεις θυγατέρες, την Εσθήρ, τη Θάμαρ και τη Σαλώμη.
Ώστε όταν ακούμε στο Ευαγγέλιο για Μαρία τη μητέρα Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή, να ξέρουμε ότι είναι η Θεοτόκος, γιατί αυτή λογιζόταν ως μητέρα των παιδιών του Ιωσήφ.
Και από εδώ συνεπάγεται ότι ο ευαγγελιστής Ιωάννης ήταν ανιψιός του Χριστού, ως παιδί τής νομιζόμενης αδελφής του.
Τρίτη Μυροφόρος ήταν η Ιωάννα, η γυναίκα του Χουζά, ο οποίος ήταν επίτροπος και οικονόμος της οικίας του βασιλιά Ηρώδη.
Τέταρτη και πέμπτη οι αδελφές του Λαζάρου, Μαρία και Μάρθα.
Έκτη η Μαρία του Κλωπά, τον οποίο κάποιοι ονομάζουν και Κλεόπα.
Έβδομη η Σωσσάνα.
Ήταν ακόμη και άλλες πολλές που, όπως μας ιστορεί ο θείος Λουκάς, υπηρετούσαν τον Χριστό και τους μαθητές Του από τα υπάρχοντά τους.
Επειδή λοιπόν αυτές πρώτες κήρυξαν στους μαθητές την Ανάσταση και πολύ συνετέλεσαν στην πιστοποίηση και τη βεβαίωσή της, η Εκκλησία του Θεού όρισε, μετά τον Θωμά, να εορτάζει και αυτές, επειδή είδαν πρώτες αναστημένο τον Κύριο και ανήγγειλαν σ’ όλους το σωτήριο κήρυγμα και έζησαν την κατά Χριστόν ζωή άριστα και όπως έπρεπε σε μαθήτριες του Χριστού.
Η ανδρεία λοιπόν και των γυναικών αυτών είναι αξιοπρόσεκτη και είναι απαραίτητο να γίνει αξιομίμητη.
Μάς λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας, ότι για να συναντηθούμε με τον αναστάντα Κύριο, πρέπει να καλλιεργήσουμε τίς δύο μεγάλες αρετές, την ανδρεία και την φρόνηση. Οι άγιες Μυροφόρες έλαβαν τον μισθό ανδρείας και της φιλοθεΐας τους.
Όπως την γέννηση τού Χριστού δεν την πληροφορήθηκαν οι μεγάλοι της γης και οι πλούσιοι, αλλά οι ταπεινοί και απλοί βοσκοί, έτσι το γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού δεν το έμαθαν οι ισχυροί και οι αξιωματούχοι, ούτε καν αυτοί οι απόστολοι.
Το άκουσαν πρώτες οι μυροφόρες γυναίκες.
Αυτές πρώτες είδαν τον άγγελο και το κενό μνημείο.
Αυτές έλαβαν την πληροφορία, ότι Ανέστη ο Κύριος.
Αυτές πρώτες είχαν την μεγάλη τιμή να δουν τον αναστημένο Χριστό.
Έτσι έγιναν οι ευαγγελίστριες των Ευαγγελιστών, οι απόστολοι των αποστόλων, οι διδάσκαλοι των διδασκάλων.
Αγαπητοί μου Χριστιανοί,
Η γενναιότητα δεν κάνει διάκριση φύλων. Ὁ Χριστός εμπνέει το ίδιο άνδρες και γυναίκες. Οι άνδρες ας ατενίζουν στους δύο τολμηρούς αγίους Ιωσήφ και Νικόδημο. Οι γυναίκες ας έχουν υπ᾿ όψιν τους τις άγιες ηρωΐδες Μυροφόρες.
Όλοι, άνδρες και γυναίκες, να προχωρούμε ατρόμητοι στην επιτέλεση των χριστιανικών μας καθηκόντων.
Η ολόσωμος ταφή και η εκ νεκρών τριήμερη ανάσταση τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, αποτελούν δύο βασικά δόγματα της Πίστεως μας, γιατί με το άχραντο πάθος, την ταφή και την ανάσταση του Χριστού μας συντελέστηκε το έργο της σωτηρίας μας, πατήθηκε ο θάνατος και μας δωρήθηκε η Χάρη να αναστηθούμε κι εμείς κατα τι φοβερή εκείνη ημέρα της Κρίσεως.
Η καλύτερη τιμή των Αγίων είναι η μίμησή τους. Για αυτό, η Εκκλησία μας προβάλλει κάθε μέρα μπροστά μας τις άγιες μορφές, την αγία ζωή τους, με τα συναξάρια και τους ύμνους τους· για να μας παρακινεί δηλαδή στην κατά δύναμη πορεία στα θεοφιλή τους ίχνη. Κι εμείς σήμερα καλούμαστε να μιμηθούμε τα άγια τούτα πρόσωπα, πού αναφέραμε, τούς ενταφιαστές του Χριστού τις σεπτές Μυροφόρες, Οι ηρωικές τους πράξεις, που μας εξιστορούν τα ιερά Ευαγγέλια, μας παραδίδουν ένα υψηλό παράδειγμα θάρρους και πνευματικής ανδρείας που μιμήθηκε και ο προστάτης μας Άγιος μας Σεραφείμ.
Στην εποχή μας, πού η απιστία και το υλιστικό φρόνημα εξαπλώνουν συνεχώς τα πλοκάμια τους στις καρδιές των ανθρώπων, χρειάζεται θάρρος και λεβεντιά να παραμένει κάποιος πιστός.
Αλλά, θάρρος και τόλμη χρειάζονται ακόμη, για να ομολογούμε, να δίνουμε μαρτυρία Χριστού στη σύγχρονη κοινωνία με τη ζωή, τα έργα και τα λόγια μας·
Σήμερα, που «η αμαρτία έγινε της μόδας», όπως έλεγε ο όσιος Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης.
Όταν δηλαδή οι άλλοι Τον αρνούνται, εμείς να Τον ομολογούμε!
Όταν Τον βλασφημούν, εμείς να Τον υπερασπιζόμαστε!
Όταν οι άλλοι Τον εγκαταλείπουν, γιατί δεν τους «βολεύει» στον τρόπο ζωής τους, εμείς να παραμένουμε σταθεροί κοντά Του, «ἔργῳ καὶ λόγῳ».
Να αποδεικνύουμε έμπρακτα, με το γνήσιο χριστιανικό μας παράδειγμα ότι το Ευαγγέλιο δεν είναι θεωρία και λόγια, αλλά πράξη και συγκεκριμένος τρόπος ζωής.
Γιατί, δυστυχώς, η δειλία, ο φόβος, η σκοπιμότητα, οι ένοχοι συμβιβασμοί, το ηθικό ξεπούλημα, τείνουν να γίνουν τα μόνιμα πλαίσια ζωής και συμπεριφοράς στη σημερινή κοινωνία.
Όμως, όπως διαπρύσια ο μέγας απόστολος Παύλος διακηρύττει, ο Θεός δεν μας έδωσε πνεύμα δειλίας, ώστε να φοβούμεθα δυσκολίες και απειλές και διωγμούς, αλλά μας έδωκε πνεύμα δυνάμεως, δια να νικώμεν, και αγάπης και σωφρονισμού, ώστε με σύνεσιν να καθοδηγούμεν στον δρόμον του Θεού τον ευατόν μας και τους άλλους. (Β´ Τιμ. 1, 7).
Εκείνοι οι μακάριοι άνδρες και γυναίκες αγάπησαν τον Χριστό, τόλμησαν να φανερώσουν την αγάπη τους και πλήρωσαν το τίμημά της με διάφορα μαρτύρια . Γι΄ αυτό η Εκκλησία μας τους τιμά σήμερα .
Εμείς οι χριστιανοί αγαπούμε τον Χριστό ;
«Εί τις ου φιλεί τον Κύριον Ιησούν Χριστόν ήτω ανάθεμα». Όποιος δεν αγαπά τον Κύριο Ιησού Χριστό να είναι αναθεματισμένος, χωρισμένος από το σώμα της Εκκλησίας, λέγει ο απόστολος Παύλος .
Κι ας μη ξεχνούμε ποτέ την αψευδή τού Κυρίου επαγγελία: «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 10,32).
Αδελφοί μου, Ο Άγιος Σεραφείμ που γιορτάζουμε σήμερα, υπηρέτησε ως επίσκοπος της Μητροπόλεως μας τον λαό του Θεού και οι μυροφόρες γυναίκες μαζί με τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο υπηρέτησαν τον Χριστό, μας δίνουν ένα μήνυμα.
Ο δρόμος προς την Ανάσταση περνάει μέσα από τη συμμετοχή μας στη διακονία των άλλων, που είναι διακονία προς το Χριστό.
Γι’ αυτό και ο κατεξοχήν φορέας φιλανθρωπίας και αγάπης της Μητροπόλεως μας το Γενικό Φιλόπτωχο Ταμείο Τιμά ως προστάτριες, και πρότυπα του τις Άγιες Μυροφόρες Γυναίκες.
Εύχεστε, Σεβασμιώτατοι άγιοι αρχιερείς, ο Θεός να μας αξιώσει να κατανοήσουμε ότι, μέσα από τη διακονία των άλλων θα φθάσουμε κοντά Του.
Εύχεστε, να γεμίσει ο Θεός την καρδιά μας, από την αγνή και αγία αγάπη του δια πρεσβειών των Μυροφόρων των αγίων Ιωσήφ, Νικοδήμου και Σεραφείμ και για να αξιωθούμε μετά την επίγειο ζωή μας να συναντήσουμε τον αγαπώμενο Κύριο και για να τον απολαύσουμε στον παράδεισο.
Γιατί, όποιος δεν αγάπησε τον Χριστό από αυτή τη ζωή, δεν θα τον δει ποτέ.
Ας δοξάσουμε τον Θεό, αδελφοί μου, που μας χάρισε έναν τέτοιο Μάρτυρα, έναν τέτοιον προστάτη όπως ο Άγιος Σεραφείμ, ο οποίος, μαζί με όλους τους Αγίους της δισχιλιετούς χορείας των Αγίων και Μαρτύρων, κηρύττει, με πάθος και ακατάλυτη αγάπη ότι Χριστός Ανέστη!
Αυτής τής καλής ομολογίας αξίωσέ μας, εύσπλαχνε Κύριε Ιησού Χριστέ, και της αιωνίου Σου βασιλείας, διά το μέγα Σου έλεος, με τις πρεσβείες της Παναγίας Θεοτόκου, των αγίων Μυροφόρων και κηδευτών Σου, και πάντων Σου των Αγίων.
Αμήν!