Πεντηκοστιανοί
Μέσα στήν πορεία τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ τήν ὀρθόδοξη ὁμολογία τῆς πίστεως τραυμάτισαν οἱ παντός εἴδους αἱρετικοί μέ τίς παραπλανητικές τους δοξασίες.
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Ἰωάννου Οἰκονόμου, Ἐφημερίου Λεονταρίου
Εἰσαγωγή
έσα στήν πορεία τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ τήν ὀρθόδοξη ὁμολογία τῆς πίστεως τραυμάτισαν οἱ παντός εἴδους αἱρετικοί μέ τίς παραπλανητικές τους δοξασίες. Παραπλανητικές, μά ὄχι σπάνια καί ἐντυπωσιακές, ἀφοῦ ἐπεχείρησαν νά δημιουργήσουν παράδοξους παράδρομους μέ τόν ἰσχυρισμό ὅτι ἔτσι ὁδηγεῖται ὁ ἄνθρωπος μέ ἀσφάλεια κοντά στό Θεό. Τέτοιες ἐντυπωσιακές δοξασίες δέν ἔλειψαν καί ἀπό τήν ὁμάδα τῶν Πεντηκοστιανῶν, ὅπως θά ἀναφερθεῖ στή συνέχεια.
1.Ὀνομασία
Οἱ Πεντηκοστιανοί ἀποδίδουν ρητά τήν ὀνομασία τῆς κινήσεώς των στό γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς καί ὀνόμασαν ἀρχικά τήν κίνηση αὐτή «Ἐκκλησία τῆς Πεντηκοστῆς», οἱ δέ ὁπαδοί της ὀνομάστηκαν «Πεντηκοστιανοί». Ἰσχυρίζονται , πώς ἀνάμεσά τους συμβαίνει τακτικά ἡ Πεντηκοστή τῶν ἀποστόλων, καί πώς μόνο σ’ αὐτούς κατεβαίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὥστε νά μιλοῦν ξένες γλῶσσες καί νά προφητεύουν, ὅπως οἱ ἀπόστολοι.
2. Ἐμφάνιση τῶν Πεντηκοστιανῶν
Ἄν καί ἀνάγουν χρονικά τήν «’Εκκλησία» αὐτή στό ὑπερῶο τῆς Πεντηκοστῆς, ὅμως ἱστορικά δέν φαίνεται νά ἔχει διαδοχή σέ πρόσωπα πραγματικά αὐτή ἡ κίνηση.
Στή νεώτερη ἱστορία ἀναφέρεται μία κίνηση μέ ὅμοια χαρακτηριστικά τῶν συγχρόνων Πεντηκοστιανῶν στήν Εὐρώπη καί στήν Ἀμερική μέ τήν ἔμπνευση τῶν ἱεροκηρύκων Moody καί Sankey.Τό ἔτος 1906 ὁ Ἀμερικανός Τomlison ἱδρύει τήν πρώτη ὁμάδα τῶν Πεντηκοστιανῶν καί ὁ μεθοδιστής πάστορας Karl Seymur στό Λός Ἄντζελες.
Στόν Ἑλλαδικό χῶρο ἐμφανίζονται τό ἔτος 1918 καί τό ἔτος 1923 δύο διαφορετικές ὁμάδες, ἀλληλοκατηγορούμενες καί συγκρουόμενες ἀρχικῶς. Οἱ ἀρχηγοί των εἶναι ἔμπειροι Ἕλληνες μετανάστες, μυημένοι στήν αἵρεση τοῦ Πεντηκοστιανισμοῦ στήν Ἀμερική. Πρῶτος ὁ Μιχαήλ Κούνας ἱδρύει τήν «Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ τῆς Πεντηκοστῆς» καί δεύτερος ὁ Χαράλαμπος Μάμαλης τήν «Ἀποστολική Ἐκκλησία τῆς Πεντηκοστῆς». Τέλος τό 1965 ὁ Λ. Φέγγος ἀπεσχίσθη καί ἵδρυσε τήν «Ἐλευθέρα Ἀποστολική Ἐκκλησία τῆς Πεντηκοστῆς». Αὐτή παρουσιάζει καί τή μεγαλύτερη κίνηση στόν Ἑλλαδικό χῶρο. Δροῦν ὅμως καί ἄλλες παρόμοιες κινήσεις.
3. Ἡ διδασκαλία τῶν Πεντηκοστιανῶν
Οἱ Πεντηκοστιανοί εἶναι κομμάτι τῶν Προτεσταντῶν. Ἑπομένως οἱ βασικές ἀρχές τῆς πίστεώς των εἶναι ὅσα οἱ προτεσταντικές ὁμολογίες πιστεύουν, χωρίς μεγάλες διαφορές. Πολύ περιληπτικά-ὀνομαστικά ἀναφέρουμε αὐτές τίς ἀρχές τῆς πίστεως τῶν Πεντηκοστιανῶν γιά μία γενικώτερη ἐνημέρωση:
1. Ἀρνοῦνται τήν Ἱερά Παράδοση, ὡς πηγή τῆς ἀποκαλκύψεως.
2. Ἀπορρίπτουν τά μυστήρια, δεχόμενοι αὐτά κυρίως ὡς ἔχοντα μόνο συμβολικό χαρακτῆρα. Δέχονται τό Βάπτισμα, ἁπλῶς σάν μία πράξη ἐπιβεβαιώσεως τῆς πίστεως τοῦ βαπτιζομένου, χωρίς αὐτός νά παίρνει κάποια εἰδική χάρη ἀπό τό Βάπτισμα. Παράλληλα δέχονται καί ἕνα δεύτερο Βάπτισμα: Στό Ἅγιο Πνεῦμα γιά ἀναγέννηση.
3. Χρῖσμα γιά τούς Πεντηκοστιανούς εἶναι ἡ προσωπική πεντηκοστή τοῦ καθενός.
4. Ἀπορρίπτουν παντελῶς τά μνημόσυνα, ὡς ἀνώφελα.
5. Δέν δέχονται ναούς καί θυσιαστήρια.
6. Ἡ νηστεία εἶναι γι’ αὐτούς θεσμός ἀπροσδιόριστος. Ἐπαφίεται στήν κρίση καί διάθεση τοῦ καθενός.
7. Δέχονται τήν χιλιετῆ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ πρίν τήν τελική ἀνάσταση καί κρίση.
8. Δέν δέχονται τό «ἀειπάρθενον» τῆς Θεοτόκου.
9. Ἀπορρίπτουν τούς ἁγίους, τίς πρεσβεῖες καί τά θαύματά των.
10. Ὑπάρχει μία σύγχυσις ὡς πρός τή δομή τῶν ὁμολογιῶν τῶν Πεντηκοστιανῶν, καθ’ ὅσον ἀφορᾶ τό μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης. Ὁρισμένες δέχονται μία μορφή χειροτονίας, ἄλλοι ὅμως δέν παραδέχονται χειροτονία ἀλλά θεωροῦν τό ἱερατικό ἀξίωμα ὡς χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Λ. Φέγγος, ἐπί παραδείγματι, θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ποιμένα καί ἀπόστολο, τοποθετηθέντα ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Γενικῶς, πρέπει νά τονισθεῖ, ὅτι κάθε Πεντηκοστιανή ὁμολογία καί ὁμάδα ἔχει διαφορετικό τρόπο ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τελικῶς, κάθε ὁμάδα πιστεύει ὅτι ἔχει μαζί της ὅλη τήν ἀλήθεια, καί οἱ ἄλλες ὁμάδες πλανῶνται. Αὐτός εἶναι καί ὁ λόγος τῆς πολλαπλῆς τους διασπάσεως, ἡ ὁποία εἶναι φαινόμενο καθημερινά διογκούμενο. Τί ἄλλο ὅμως πραγματικά θά μποροῦσε νά συμβεῖ, ἀφοῦ συνεχῶς ἰσχυρίζονται καί μάλιστα μονοπωλοῦν τήν ὕπαρξη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στό χῶρο του, ἐνῶ Ἅγιο Πνεῦμα δέν ὑπάρχει ἐκεῖ;
4. «Χαρισματική Ἐκκλησία»
Οἱ Πεντηκοστιανοί ἰσχυρίζονται πώς ὄχι μόνο εἶναι Ἐκκλησία ἀλλά κυρίως ὅτι εἶναι «χαρισματική Ἐκκλησία». Πιστεύουν ὅτι εἶναι οἱ μόνοι αὐτοί πού ἔχουν λάβει τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀφοῦ αὐτοί μόνοι εἶναι βαπτισμένοι στό δεύτερο βάπτισμα στό Πνεῦμα τό Ἅγιο. Ἐδῶ φαίνεται πώς ἡ ἀρχή τους ἀνάγεται, ὄχι στή μέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅπως ἰσχυρίζονται, ἀλλά τοὐλάχιστον στά μέσα τοῦ β΄αἰῶνος , περί τό 156 μ.Χ. Τότε ἐμφανίζεται ὁ Μοντανός, ὁ ὁποῖος δίδασκε ἀνάλογα μέ τά ὅσα διδάσκουν οἱ «χαρισματικές» Ἐκκλησίες: Παρουσίαζε τάσεις ἐκστασιακές καί ἐνθουσιαστικές, προφήτευε, θεωροῦσε τόν ἑαυτό του ὄργανο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εἰδικῶς ἐκλεγμένο καί χαριτωμένο.
Σύμφωνα μέ τά στοιχεῖα, πού μᾶς παραδίδει ὁ ἱστορικός Εὐσέβιος, ὁ Μοντανισμός ἦταν αἵρεση ἀνάλογη μέ τόν σύγχρονο Πεντηκοστιανισμό. Οἱ ὁπαδοί του περιέπιπταν σέ κατάσταση ἔκστασης καί παραληρήματος, λέγοντας ἀσυνάρτητα λόγια καί περίεργες προφητεῖες. Κατευθύνονταν ἀπό τό διάβολο, ἔχοντας πνεῦμα πλάνης καί βλασφημίας καί κατέληγαν ἔτσι σέ σχιζοφρένεια καί δαιμονισμό. Ὅλα τά παραπάνω εἶναι στοιχεῖα καί τῶν συγχρόνων Πεντηκοστιανῶν, παρά τό ὅτι ἐπίμονα χαρακτηρίζουν τήν πίστη τους ὡς «χαρισματική» καί θεωροῦν ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιο κατευθύνει τήν πορεία καί τή ζωή των. Μάλιστα μονοπωλοιῦν αὐτόν τόν χαρισματικόν χαρακτῆρα τῆς ὁμολογίας των.
Ὅμως ἡ Ἁγία Γραφή βεβαιώνει ὅτι ὁ κάθε πιστός ἔχει τό δικό του χάρισμα, ὡς δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ ἀπ. Παῦλος τονίζει: «Ἔχοντες δέ χαρίσματα κατά τήν χάριν τήν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα, εἴτε προφητείαν, κατά τήν ἀναλογίαν τῆς πίστεως, εἴτε διακονίαν ἐν τῇ διακονίᾳ, εἴτε ὁ διδάσκων ἐν τῇ διδασκαλίᾳ» (Ρωμ.ιβ΄6). Ἐπίσης: «Ἑνί δέ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάρις κατά τό μέτρο τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. δ΄7). Καί ἀλλοῦ: «Ἑκάστῳ δέ δίδοται ἡ φανέρωσις τοῦ Πνεύματος πρός τό συμφέρον∙ ὧ μέν γάρ διά τοῦ πνεύματος δίδοται λόγος σοφίας, ἄλλῳ δέ λόγος γνώσεως κατά τό αὐτό πνεῦμα, ἑτέρῳ δέ πίστις ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δέ χαρίσματα ἰαμάτων ἐν τῷ αὐτῷ πνεύματι, ἄλλῳ δέ ἐνεργήματα δυνάμεων, ἄλλῳ δέ προφητεία, ἄλλῳ δέ διακρίσεις πνευμάτων, ἑτέρῳ δέ γένη γλωσσῶν, ἄλλῳ δέ ἑρμηνεία γλωσσῶν∙ πάντα δέ ταῦτα ἐνεργεῖ τό ἕν καί τό αὐτό Πνεῦμα, διαιροῦν ἰδίᾳ ἑκάστῳ καθώς βούλεται» (Α΄Κορ. ιβ΄ 7-11).
Παρά ταῦτα οἱ Πεντηκοστιανοί ὑποστηρίζουν ὅτι μόνον αὐτοί ἔχουν τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καί μάλιστα τό παίρνουν κατά τή βάπτισή τους στό Ἅγιο Πνεῦμα, τότε δέ λαμβάνουν καί ἕνα ἰδιαίτερο χάρισμα, τό χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς.
5. Ἡ γλωσσολαλιά τῶν Πεντηκοστιανῶν
Ἡ γλωσσολαλιά εἶναι τό ἰδιαίτερο στοιχεῖο πού χαρακτηρίζει τήν πίστη τῶν Πεντηκοστιανῶν καί κατά βάσιν τούς διαφοροποιεῖ στήν πίστη καί στό χαρακτῆρα συγκριτικά μέ ὅλες τίς ἄλλες ὁμολογίες τῶν Προτεσταντῶν. Πρέπει νά ἐπισημάνουμε ἐξ ἀρχῆς, ὅτι ἡ γλωσσολαλιά εἶναι ἕνα περίεργο φαινόμενο, πού παρατηρεῖται στίς τάξεις ἀκραίων προτεσταντικῶν παραφυάδων, πολλῶν χαρισματικῶν κινήσεων, «φωτισμένων» Ὀρθοδόξων, ἀλλά καί τῶν Δερβίσηδων (περιπλανώμενοι Μουσουλμάνοι ἱεροκήρυκες), Ἰνδοϊστῶν, Μορμόνων, κ.λ.π.
Στίς συγκεντρώσεις τῶν Πεντηκοστιανῶν διάφορα ἄτομα, ἄνδρες καί γυναῖκες, περιπίπτουν σέ κατάσταση ἐκστατική καί ἐνθουσιαστική καί ἐκστομίζουν ἄναρθρες κραυγές, ἀσυνάρτητες, χωρίς συγκρότηση λέξεων ἤ κανονικῆς ὁμιλίας. Μιά κατάσταση ἐκτός ἐλέγχου. Τά ὅσα λέγονται εἶναι πλήρως ἀκατανόητα. Πάντως ἰσχυρίζονται ὅτι πρόκειται περί ὑπερφυσικῆς καί ἁγιοπνευματικῆς καταστάσεως.
Ὁ βασικός ἰσχυρισμός τῶν Πεντηκοστιανῶν εἶναι ὅτι ἐπαναλαμβάνεται σ’ αὐτούς αὐτό πού ἔγινε τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέ τούς ἀποστόλους: «καί ἐπλήσθησαν ἅπαντες πνεύματος ἁγίου, καί ἤρξαντο λαλεῖν ἑτέραις γλώσσαις καθώς τό πνεῦμα ἐδίδου αὐτοῖς ἀποφθέγγεσθαι»(Πράξ. β΄1-4). Ἐκεῖ ὅμως οἱ ἀπόστολοι, ἔχοντας πράγματι τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, λαλοῦν ξένες γλῶσσες, κατανοητές ὅμως στό πλήρωμα τῶν ἀκροατῶν, ὄχι ἄναρθρες καί ἀσυνάρτητες κραυγές. Ἐξ ἄλλου ἡ Ἁγία Γραφή καί εἰδικώτερα ἡ Καινή Διαθήκη πουθενά δέν λέγει ὅτι ὅλοι οἱ χριστιανοί πού ἐλάμβαναν Πνεῦμα Ἅγιον κατά τή βάπτισή τους, ἔπαιρναν καί τό χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς. Ἀντίθετα ὁ ἀπ. Παῦλος ἐπισημαίνει «Μή πάντες γλώσσαις λαλοῦσι;»( Α΄Κορ. ιβ΄30). Σέ πολλά συγκεκριμένα σημεῖα βαπτίσεως χριστιανῶν δέν λέγεται κατ’ ἀνάγκη ὄτι οἱ βαπτιζόμενοι ἔπαιρναν καί τό χάρισμα τῆς γλωσσολαλιᾶς.
Ἐπίλογος
Οἱ Πατέρες ὑπογραμμίζουν ὅτι ὅλα τά χαρίσματα εἶναι ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού δίδονται στή Μία Ἐκκλησία «κατηρτισμένη» (ἐν συνάξει). Κύριο ἔργο τοῦ Πνεύματος εἶναι νά ὁδηγεῖ τήν Ἐκκλησία σέ ἑνότητα ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καί ὄχι σέ μεμονωμένες καί προσωπικές ἐμπειρίες, προπαντός δέ ὄχι σέ σχίσματα. Ἑπομένως, πῶς εἶναι δυνατόν νά ἰσχυρίζονται οἱ Πεντηκοστιανοί, καί μάλιστα κυρίως αὐτοί ἀνάμεσα σέ ὅλους τούς ἄλλους σχισματικούς καί αἱρετικούς, ὅτι εἶναι «χαρισματική Ἐκκλησία» καί ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα τούς κατευθύνει, ἐνῶ τήν ἴδια ὥρα ἀποδεικνύεται ὅτι τεμαχίζονται σέ ἄπειρα κομμάτια καί πλεῖστες ὁμολογίες; Ἤ μήπως πρέπει νά θεωρήσουμε πλέον σίγουρο ὅτι ἡ γλωσσολαλιά τους, μέ ὅλες ἐκεῖνες τίς περίεργες καί ἄτακτες φωνές, δέν εἶναι παρά μιά νέα Βαβέλ; -