Οἱ Χιλιασταί («Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ») καί ὁ Τίμιος Σταυρός τοῦ Κυρίου
Ὁ Τίμιος Σταυρός τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ γιά κάθε Χριστιανό ἔκφραση ἀστείρευτης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τό πλάσμα Του (Ἰωάν. γ΄14-15. 12,32-33. Κολ. α΄20), καύχημα τῆς κατά Χριστόν ἀθλήσεώς του καί ἀνίκητο ὅπλο κατά τῶν διαβολικῶν ἐπιβουλῶν.
Τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Βασιλείου Α. Γεωργοπούλου
Ἐπικούρου Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.
Τίμιος Σταυρός τοῦ Κυρίου ἀποτελεῖ γιά κάθε Χριστιανό ἔκφραση ἀστείρευτης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τό πλάσμα Του (Ἰωάν. γ΄14-15. 12,32-33. Κολ. α΄20), καύχημα τῆς κατά Χριστόν ἀθλήσεώς του καί ἀνίκητο ὅπλο κατά τῶν διαβολικῶν ἐπιβουλῶν.
Ἀναφέρει μέ τή χαρακτηριστική του σαφήνεια καί ἀκρίβεια ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός ὅτι:«Πᾶσα μέν οὖν πρᾶξις καί θαυματουργία Χριστοῦ μεγίστη καί θεία καί θαυμαστή, ἀλλά πάντων ἐστί θαυμαστότερον ὁ τίμιος αὐτοῦ Σταυρός».(Ἔκδοσις Ἀκριβής, 4,11, PG 94,1128 D). Καί ὁ Μέγας Φώτιος συμπληρώνει: «Τρόπαιον ἐστίν ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ διαβόλου ἱστάμενον καί τροπαίων τό λαμπρότατον». (Ἀμφιλόχια, Ἐρώτησις 24, 9, PG 101, 185 D).
Ἀντίθετοι ὅμως στήν ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι διδασκαλία καί πρακτική τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι οἱ ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ (Φιλιπ. γ΄18). Σ’ αὐτούς συγκαταλέγονται καί οἱ «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ». Δέν ὑπάρχει ἄλλη αἵρεση στόν κόσμο, πού νά δείχνει τέτοια δαιμονική περιφρόνηση καί ἀπέχθεια πρός τόν Τίμιο καί Ζωοποιό Σταυρό ἀπό τούς «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ».
Στά ἔντυπά τους, κατά τρόπο αὐθαίρετο, ἀνιστόρητο καί διαστρεβλωτικό, ἀρνοῦνται τόν χαρακτῆρα καί τήν παραδεδομένη μοορφή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί τόν ἐξεικονίζουν ὡς ἕνα κάθετο δοκάρι, πάνω στό ὁποῖο κρεμάστηκε ὁ Χριστός. Ἀναφερόμενοι στό Σταυρό, τόν χαρακτηρίζουν ὡς «πάσσαλο» καί «ξῦλο βασανισμοῦ» ἤ «ξῦλο ἐκτέλεσης».
Εἶναι τέτοια ἡ ἀποστροφή τους, πού δέν δίστασαν νά ἀντικαταστήσουν τή λέξη Σταυρός μέ τή φράση «ξῦλο τοῦ βασανισμοῦ» καί τό ρῆμα σταύρωσαν μέ τό «κρέμασαν» καί σ’αὐτή τή χιλιαστική Μετάφραση Νέου Κόσμου τῆς Ἁγίας Γραφῆς, πού δημιούργησε ἡ ἑταιρεία «Σκοπιά». Ἡ Μετάφραση Νέου Κόσμου, ἄς σημειωθεῖ, ὄτι ἀποτελεῖ κυριολεκτικῶς τήν πλέον βάναυση καί χείριστη ἀλλοίωση τοῦ κειμένου τῆς Ἁγίας Γραφῆς πού ἔχει ὑπάρξει στήν παγκόσμια ἱστορία. Ἐπί πλέον, γιά τούς χιλιαστές ἡ χρήση τοῦ Σταυροῦ στή λατρεία θεωρεῖται εἰδωλολατρεία. Αὐτές οἱ χιλιαστικές πλάνες ἀνήκουν στήν πνευματική τροφή, μέ τήν ὁποία ὁ Ἰεχωβᾶ προμηθεύει ἀποκλειστικά μόνο μέσῳ τῆς ὁρατῆς ὀργάνωσής του, τῆς «Σκοπιᾶς», τούς λάτρεις του, τούς ἀμίσθους πλασιέ δηλαδή τῶν ἐντύπων τῆς μετοχικῆς ἑταιρείας «Σκοπιά».
Ἡ παλαιότερη , ὅμως , ἱστορία, πρακτική καί διδασκαλία τῆς «Σκοπιᾶς» εἶναι καί γιά τό θέμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μιά ἀτράνταχτη ἀπόδειξη, ὅτι ἡ χιλιαστική ἑταιρεία ψεύδεται, παραπληροφορεῖ καί ἀλλάζει κατά καιρούς τίς διδασκαλίες της. Τοῦτο μαρτυρεῖται μέ ἐξαιρετική σαφήνεια ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ Τίμιος Σταυρός μέ τήν ἱστορική παραδοσιακή του μορφή ἐντός στέμματος ἀποτελοῦσε τό σῆμα ἀναγνώρισης τῶν χιλιαστῶν μέχρι τό 1931 καί εὑρίσκετο στό ἐξώφυλλο τοῦ περιοδικοῦ «Σκοπιά» ( Βλ. Πρωτ. Ἀντ. Ἀλεβιζοπούλου, «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ καί Ὀρθοδοξία», τόμος Γ΄, Ἀθῆναι 1995, σσ.102-103).
Ἐπί πλέον, ἡ ἀντίφαση, ἡ παραπληροφόρηση καί ἡ ἀλλαγή τῶν θέσεων τῆς «Σκοπιᾶς» μαρτυρεῖται ἀπό τό βιβλίο, πού εἶχε γράψει ὁ δεύτερος πρόεδρος τῆς ἑταιρείας καί διάδοχος τοῦ Κ. Ρῶσσελ, ὁ Ἰωσήφ Ρόδερφορδ (1869-1942) καί ἔχει τίτλο «Ἡ Κιθάρα τοῦ Θεοῦ», 1925. Στό ἐν λόγῳ χιλιαστικό βιβλίο ὑπάρχει ὁ Ἐσταυρωμένος πάνω σέ σταυρό στήν παραδοσιακή του μορφή (βλ. σ. 124). Στό ἴδιο βιβλίο ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ Ι. Ρόδερφορδ: «Ἡ ἀπολυτρωτική τιμή ἐπρομηθεύθη ἐπί τοῦ σταυροῦ. Ὁ σταυρός τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ μέγας ἄξων τῆς ἀληθείας,ὁ ἄξων τῆς θείας τῶν πραγμάτων διατάξεως, ἀπό τοῦ ὁποίου ἀκτινοβολοῦσιν αἱ ἐλπίδες τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν δέ πάντες ἔλθωσιν εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ γεγονότος τούτου, καί πάντες οἱ εὐπειθεῖς θά ἔχωσιν ὠφεληθεῖ ἐκ τῆς ἀξίας τῆς ἀπολυτρωτικῆς θυσίας, τότε μεγάλη ἀγαλλίασις θά ἐπέλθει εἰς τό ἀνθρώπινον γένος....Τότε πάντες ἐπ’ἀληθείᾳ θά δύνανται νά ψάλλωσιν: Εἰς τόν σταυρόν τοῦ Χριστοῦ ἐγκαυχῶμαι, ὅστις πυργοῦται ὑπέρ πάντα τά ναυάγια τοῦ χρόνου. Πᾶσα τῆς ἱερᾶς ἱστορίας ἡ αἴγλη συγκεντροῦται πέριξ τῆς ὑπερόχου αὐτοῦ κορυφῆς».
Τά γεγονότα μιλοῦν ἀπό μόνα τους. Τά σχόλια περιττεύουν. Ἁπλῶς, ὕστερα ἀπό τέτοιου εἴδους ἀντιφάσεις καί ψεύδη, ἀντιλαμβανόμαστε καλύτερα τίς ἐπισημάνσεις ἑνός πρώην χιλιαστοῦ, ὅταν άναφέρει ὅτι:«Ἡ
Ἑταιρεία Σκοπιά ἀπαγορεύει αὐστηρά στά μέλη της κάθε βιβλική συζήτηση καί ἔρευνα τῶν διδασκαλιῶν της. Ὅποιος τολμήσει νά παραβεῖ αὐτή τήν ἀρχή ἐκδιώκεται χωρίς ἔλεος, στιγματίζεται σάν στασιαστής καί ξεσηκώνει θανάσιμο μῖσος ἐναντίον του».(Βλ.Ἐμμ. Ἀντωνιάδη, Διαψεύδονται οἱ προφητεῖες τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ, 1984, σ. 8). Ἡ Ἱστορία τῆς μετοχικῆς ἑταιρείας «Σκοπιά» εἶναι ὁ πλέον ἐπιφανής καί ἀδιάψευστος μάρτυρας κατηγορίας της, γιά τό τί ὄντως εἶναι.-