ΚΑΥΣΗ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ, Θεολόγου –Καθηγητοῦ
θόρυβος γιά τήν καθιέρωση τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν εἶναι συνεχής καί ἐπιτακτικός. Λές καί λύσαμε ὅλα τά ἄλλα μεγάλα προβλήματά μας πού μᾶς ταλανίζουν καί μᾶς ἔμεινε αὐτό! Νεοεκλεγείς δήμαρχος ἔθεσε σέ πρώτη προτεραιότητά του τή δημιουργία κλιβάνων ἀποτέφρωσης τῶν νεκρῶν. Ἡ φρικτή οἰκονομική κατάσταση, ἡ ἀνεργία, τά βουνά τῶν ἐπικίνδυνων ἀπορριμμάτων, τό κυκλοφοριακό κ.λ.π. φαίνεται ὅτι ἔχουν μικρότερη σημασία γι’αὐτόν ἀπό τήν καύση τῶν νεκρῶν! Ἀλλά δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά κριτικάρουμε τή σύγχρονη πνευματική σύγχυση καθώς καί τήν ἀδυναμία ἱεράρχησης τῶν πραγματικῶν ἀναγκῶν τῆς κοινωνίας μας. Σκοπός μας εἶναι νά ἀναδείξουμε τή σκόπιμη δημιουργία προβλήματος, ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει, προκειμένου νά ἱκανοποιηθεῖ ἡ ἐπιδίωξη τῶν ἀθέων καί τῶν ἐκκλησιομάχων, ὅσον ἀφορᾶ τή «διαχείρηση» τῶν νεκρῶν! Σκοπός μας ἀκόμη εἶναι νά παρουσιάσουμε τήν ἑλληνορθόδοξη θέση πάνω σέ αὐτό τό ζήτημα, ὡς ἀπάντηση στούς ἐλάχιστους θιασῶτες τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν, καθ’ὅτι στό σύνολό του ὁ ἑλληνικός λαός δέν τόν ἀπασχολεῖ τό θέμα αὐτό.
Εἶναι γεγονός ὅτι διάφοροι φορεῖς καί πρόσωπα, τά ὁποῖα διαπνέονται ἀπό ἀθεϊστικές καί μηδενιστικές ἀντιλήψεις, ἐδῶ καί χρόνια κάνουν ἀγῶνα νά γίνει πράξη ἡ περιβόητη καύση τῶν σορῶν τῶν νεκρῶν. Προβάλλουν πολλούς λόγους γιά τούς ὁποίους ἐπιβάλλεται, κατ’αὐτούς, ἡ πρακτική αὐτή. Κάποιοι ἰσχυρίζονται ὅτι τά σημερινά κοιμητήρια καί ὁ ἀπαράδεκτος ἀπό κάθε πλευρά τρόπος ταφῆς στίς μεγάλες πόλεις δημιουργεῖ σοβαρά οἰκολογικά προβλήματα. Ἡ ἀργή σήψη τῶν πτωμάτων μολύνει σοβαρά τό περιβάλλον καί ἰδιαίτερα τό ὑπέδαφος. Ἄλλοι προβάλλουν λόγους οἰκονομικούς. Τό κόστος ταφῆς εἶναι πράγματι δυσβάστακτο γιά πολῖτες χαμηλῆς οἰκονομικῆς στάθμης. Ἡ Τοπική Αὐτοδιοίκηση ἀντλεῖ ἀπό τά κοιμητήρια τεράστια ἔσοδα. Κάποιοι ἄλλοι προβάλλουν λόγους συνειδησιακούς. Θεωροῦν τόν τρόπο διάθεσης τοῦ σώματός τους προσωπική τους ὑπόθεση, ἀκόμη καί μετά θάνατον. Χαρακτηρίζουν τήν καύση τῆς σοροῦ των ὡς ἀξιοπρεπῆ πράξη, σέ σχέση μέ τήν ταφή καί γι’αὐτό ὑπεραμύνονται τῆς καύσεως.
Εἶναι διαπιστωμένο ὅτι ὑπάρχει σύγχυση στόν πολύ κόσμο, ὁ ὁποῖος δέ γνωρίζει τίς βαθύτερες ἀνθρωπολογικές, θεολογικές καί ψυχολογικές παραμέτρους τοῦ προβλήματος. Ὑπάρχουν ἀκόμη καί πολλοί χριστιανοί οἱ ὁποῖοι ὑποστηρίζουν τήν καθιέρωση τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν, ἀγνοώντας τή μακραίωνη χριστιανική παράδοση τῆς ταφῆς.
Ἀπό ἱστορικῆς ἐπόψεως ἡ καύση τῶν νεκρῶν εἶναι μία παλιά συνήθεια, τήν ὁποία πρωτοσυναντᾶμε σέ πρωτόγονες καί ἀπολίτιστες κοινωνίες. Οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἀτένιζαν μέ δέος τό γεγονός τοῦ θανάτου καί πίστευαν πώς ὁ νεκρός μποροῦσε νά ἀσκήσει ἐπιρροή στούς ζωντανούς. Στήν ἀρχή ἔτρωγαν τίς σάρκες τοῦ νεκροῦ, γιατί ἔτσι πίστευαν πώς ἔπαιρναν τή δύναμή του μέ τήν ἐξαφάνισή του. Ἀργότερα, ὅταν ἀνακαλύφθηκε ἡ φωτιά, ἔκαιγαν τά πτώματα, γιά νά καταστρέψουν μαζί τους τήν ὑποτιθέμενη ἀρνητική ἐπιρροή τῶν νεκρῶν σ’αὐτούς.
Ἡ πίστη αὐτή υἱοθετήθηκε ἀπό τίς διάφορες φυσικές θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες συνέχισαν νά καῖνε τούς νεκρούς. Ἡ πρακτική αὐτή υἱοθετήθηκε πλήρως ἀπό τά ἀνατολικά θρησκεύματα, ἤτοι: τόν Ἰνδουϊσμό καί τό Βουδισμό, διότι αὐτά δέν πιστεύουν στήν ψυχοσωματική ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ ἀλλόκοτη καί παράλογη πίστη στήν μετενσάρκωση δημιουργεῖ ἀπέχθεια γιά τό νεκρό σῶμα καί γι’αὐτό τό παραδίδουν στήν πυρά νά καταστραφεῖ.
Τό ἴδιο καί ἡ ἀρχαία ἑλληνική θρησκεία καί φιλοσοφία (ὀρφισμός, πλατωνισμός,νεοπλατωνισμός), δέν πίστευε στήν ψυχοσωματική ἑνότητα. Ἡ σκιώδης καί ἀκαθόριστη ἀντίληψη γιά τή μεταθανάτια ζωή δημιούργησε συνθῆκες γιά τήν καταστροφή τοῦ σώματος τῶν νεκρῶν. Κάποιοι ἐπίσης πρακτικοί λόγοι ἐπέβαλλαν τήν καύση στήν ἀρχαία Ἑλλάδα, ὅπως τῶν νεκρῶν τῶν πολέμων, ὅμως σέ πολύ περιορισμένο ἐπίπεδο, διότι κατά κανόνα ἐφαρμοζόταν ἡ ταφή σέ ἀντίθεση μέ ὅ,τι ὑποστηρίζουν οἱ θιασῶτες τῆς καύσεως. Ἀπόδειξη τά πάμπολλα ἀρχαιοελληνικά νεκροταφεῖα ὅλων τῶν ἐποχῶν καί οἱ πολυάριθμοι τάφοι σέ ὅλες τίς περιοχές τῆς χώρας, τά ὁποῖα μᾶς ἀποδεικνύουν ἀπερίφραστα τήν διαδεδομένη πρακτική τῆς ταφῆς τῶν νεκρῶν ἀπό τούς προγόνους μας. Ἀνάλογη πρακτική γινόταν καί στούς Ρωμαίους, κυριαρχοῦσε τό ἔθιμο τῆς ταφῆς.
Στούς Αἰγυπτίους ἐφαρμοζόταν ἀποκλειστικά ἡ ταφή καί μάλιστα ἡ ἐπιμελημένη, μέ τήν ταρίχευση τῶν σωμάτων. Τό ἴδιο καί στούς Ἑβραίους. Τό ἀνθρώπινο σῶμα ἐθεωρεῖτο θεῖο δημιούργημα καί γι’αὐτό τύχαινε ἰδιαίτερου σεβασμοῦ. Βλέπουμε γιά παράδειγμα τήν ἐπιμελῆ ταφή τῶν πατριαρχῶν Ἀβραάμ καί Ἰσαάκ. Βλέπουμε νά μεταφέρεται ἡ σορός τοῦ Ἰακώβ ἀπό τήν Αἴγυπτο στή Χαναάν προκειμένου νά ταφεῖ πλάι στούς προγόνους του. Ἄς σημειωθεῖ πώς, γιά τήν ἑβραϊκή ἀντίληψη, μόνο τό σῶμα καθόριζε τήν ἀνθρώπινη ὑπόσταση.
Ὁ Χριστιανισμός ἔδωσε μεγάλη σημασία στήν ψυχοσωματική ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου. Μέσα σέ ἕνα λίαν ἐχθρικό πρός τό ἀνθρώπινο σῶμα περιβάλλον ὄρθωσε σοβαρό ἀντίλογο. Ἐπαγγέλθηκε μία πρωτόγνωρη τιμή γιά τό σῶμα, ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα μέ τήν διαδεδομένη μηδενιστική ἀντίληψη, τό ἀνθρώπινο σῶμα δέν εἶναι ἁπλᾶ ἕνα σύνολο ἀπό σάρκες καί ὀστᾶ, ἀλλά ἔχει κατά τή χριστιανική διδασκαλία βαθύτερη ὀντολογική σημασία γιά τόν ἄνθρωπο, διότι μαζί μέ τήν ψυχή ἀποτελεῖ τό βασικό στοιχεῖο τῆς ἀνθρώπινης φύσεως. Ἐνῶ ἡ ψυχή εἶναι ὁ «ἔσω ἄνθρωπος» (Ρωμ.7,22, Β΄Κορ.4,19, Ἐφεσ.3,16), τό σῶμα εἶναι ὁ «ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος» (Β Κορ.4,16). Ἐάν λείπει ἕνα ἀπό αὐτά τά δύο στοιχεῖα δέ λογίζεται ἄνθρωπος.
Ἡ μεγάλη τιμή τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος ἀποδεικνύεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ «σάρξ ἐγένετο» (Ἰωάν. 1,14). Ἔλαβε πραγματικό ἀνθρώπινο σῶμα, ὥστε «κατά πάντα τοῖς ἀδελφοῖς ὁμοιωθῆναι, ἵνα ἐλεήμων γένηται καί πιστός ἀρχιερεύς τά πρός τόν Θεόν, εἰς τό ἱλάσκεσθαι τάς ἁμαρτίας τοῦ λαοῦ» (Ἑβρ. 2,17). Τό ἀνθρώπινο σῶμα κατά συνέπεια καθαγιάστηκε στό Θεῖο Πρόσωπο τοῦ Λυτρωτοῦ. Καί ὄχι μόνο αὐτό. Ἀπό τήν εὐλογημένη στιγμή τῆς Θείας Ἐνανθρωπήσεως τό ἀνθρώπινο σῶμα παραμένει ἐσαεί ἑνωμένο μέ τή θεία φύση στό Πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου. Τό ἀνθρώπινο σῶμα ἔχει πιά θεωθεῖ. Δέν εἶναι ἕνα ὑλικό σύνολο, ἀλλά μέλος Χριστοῦ (Α΄Κορ.6,15), ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Α΄Κορ. 6,19) . Ἡ κοινωνία τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου διοχετεύει στό ἀνθρώπινο σῶμα στοιχεῖα ἀθανασίας καί ἐπιβεβαιώνει τόν μελλοντικό του θρίαμβο ( Ἰωάν. 6,33).
Ὑπό αὐτές τίς προϋποθέσεις καί κυρίως χάρις στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὁ βιολογικός θάνατος οὐδόλως ἐπηρεάζει τήν ὀντολογική σύσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ θάνατος λογίζεται ὡς προσωρινός χωρισμός τοῦ ψυχικοῦ μέρους ἀπό τοῦ σωματικοῦ, κατάλοιπο τῆς πτώσεως καί τῆς ἁμαρτίας καί χαρακτηρίζεται ὡς ὕπνος (Μάρκ. 5,40, Ἰωάν. 11,11). Στά ἔσχατα τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, ὅταν ὁ Θεός ἀποφασίσει, θά γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, δηλαδή θά γίνει ξανά ἡ ἕνωση ψυχῆς καί σώματος (Λουκ. 20,37, Α΄Θες. 4,16), ὅπως ἔγινε καί μέ τό ἀναστημένο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Τό ἀνθρώπινο σῶμα θά συνδοξασθεῖ μέ τήν ψυχή, καθ’ὅτι «δεῖ τό φθαρτόν τοῦτο ἐνδύσηται ἀφθαρσίαν καί τό θνητόν τοῦτο ἐνδύσηται ἀθανασίαν»( Α΄Κορ. 15,52).
Γι’αὐτό ἡ Ἐκκλησία υἱοθέτησε ἀπό τήν ἀρχή τήν ταφή τῶν κεκοιμημένων. Ἀδιάψευστος μάρτυρας οἱ περίφημες κατακόμβες τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας, ὅπου ἐκεῖ κεῖται καί ἱστορεῖται κατά τρόπο σαφῆ ὁλόκληρη ἡ χριστιανική ἀνθρωπολογία. Οἱ κατακόμβες ἦταν ὑπόγεια νεκροταφεῖα. Ὅταν βρισκόμαστε σ’αὐτές δέν μᾶς δημιουργεῖται καμμία ἐντύπωση ἀπαισιοδοξίας καί συναίσθημα λύπης. Ὁ ὑπέροχος διάκοσμος μᾶλλον δημιουργεῖ ἑορταστική ἀτμόσφαιρα καί κατάσταση αἰσιοδοξίας. Τά σώματα τῶν κεκοιμημένων ἀναπαύονται ἐκεῖ μέχρι νά ἠχήσει ἡ ἐσχάτη σάλπιγγα καί νά ἀναστηθοῦν ἐν Κυρίῳ (Α΄Θες.4,16). Οὐδέποτε σκέφτηκαν οἱ πρῶτοι Χριστιανοί νά καταστρέψουν τά σώματα τῶν νεκρῶν τους διά τῆς φωτιᾶς ἤ δι’ἄλλου βίαιου τρόπου. Ἀντίθετα μάλιστα τά λείψανα τῶν μαρτύρων καί τῶν ἁγίων τά θεωροῦσαν ἁγιασμένα μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ἀπέδιδαν σ’αὐτά ἰδιαίτερη τιμή, «ὡς λίθων πολυτίμων πολυτιμότερα», σύμφωνα μέ παλαιοχριστιανικό κείμενο. Ἄν ἐφαρμοζόταν ἡ καύση τῶν νεκρῶν θά ἐστερεῖτο ἡ Ἐκκλησία τοῦ πλήθους τῶν ἱερῶν λειψάνων, τά ὁποῖα κατέχει ὡς ὑψίστη εὐλογία καί πηγή ἁγιασμοῦ τῶν πιστῶν.
Ἀπό τά παραπάνω συνάγεται τό συμπέρασμα πώς ἡ διαδικασία καύσεως τῶν νεκρῶν σωμάτων εἶναι πρακτική ἐντελῶς ξένη μέ τήν ὀρθόδοξη παράδοσή μας. Τό ἀνθρώπινο σῶμα ἀξίζει τιμῆς καί φροντίδας καί σέ καμμία περίπτωση δέν προορίζεται νά τύχει βίαιης καταστροφῆς. Τό νεκρό σῶμα μας δέν εἶναι γιά «πέταμα», ἀλλά γιά ἐναπόθεση μέχρι νά τό ξαναπάρουμε.
Βεβαίως ὑπάρχει καί ὁ ἀντίλογος γιά τούς ὑποστηρικτές τῆς καύσεως. Ἀπαντᾶμε σέ αὐτούς πού ἐπικαλοῦνται οἰκολογικούς λόγους: Κανένας δέν ἀρνεῖται τό ἀπαράδεκτο φαινόμενο τῶν κοιμητηρίων τῶν πόλεων. Φυσικά καί ἐπιβαρύνεται τό περιβάλλον ἀπό τήν κατάσταση αὐτή. Τό χειρότερο εἶναι ὅτι τό χῶμα ἔχει ὑποστεῖ κορεσμό, ἀπό τίς ἐπαναλαμβανόμενες ταφές στό ἴδιο μέρος, καί δέν βοηθᾶ στή διάλυση τῶν πτωμάτων. Ὅμως τό πρόβλημα μπορεῖ νά λυθεῖ πολύ ἁπλᾶ. Νά μεταφερθοῦν τά κοιμητήρια σέ μεγάλες ἐκτάσεις ἔξω ἀπό τίς πόλεις, ὥστε νά μήν ὑπάρχει συνωστισμός ταφῆς. Νά μή χρειάζεται νά γίνεται ἐκταφή καί νά ἀφήνουν τό σῶμα νά διαλύεται ἤρεμα, ὅσο χρόνο χρειάζεται. Ἡ φύση ἔχει τούς δικούς της δυναμικούς μηχανισμούς ὥστε νά γίνεται ἀσφαλῶς ἡ διάλυση τοῦ σώματος, ὅπως γίνεται στά χωριά, χωρίς περιβαλλοντικές ἐπιπτώσεις. Ἡ καύση τῶν νεκρῶν, σύμφωνα μέ μελέτες διαπρεπῶν ἐπιστημόνων, ὄχι μόνο δέν θά ὠφελήσει τό περιβάλλον, ἀλλά θά τό ἐπιβαρύνει, διότι ἡ καύση χιλιάδων πτωμάτων θά διαχύσει στήν ἀτμόσφαιρα τόνους ἐπικίνδυνων ἀερίων.
Στούς ὑποστηρικτές τῆς καύσεως γιά λόγους οἰκονομικούς ἀπαντᾶμε ὅτι μέ τή μεταφορά τῶν κοιμητηρίων ἔξω ἀπό τίς πόλεις θά μειωθεῖ κατακόρυφα καί τό κόστος τῆς ταφῆς, διότι θά μειωθεῖ ἡ τιμή τῆς γῆς. Τό μεγάλο κόστος μπορεῖ νά μειωθεῖ ἀκόμη περισσότερο μέ τήν ἀποφυγή πολυτελῶν καί ἐπιδεικτικῶν κηδειῶν, καθώς καί τήν ἀνέγερση πολυτελῶν τάφων. Εἶναι γνωστό πώς ἡ λιτότητα ἔχει τή δική της ξεχωριστή ὀμορφιά. Ἄλλωστε ἡ ματαιοδοξία δέν μπορεῖ νά ἔχει θέση στά κοιμητήρια, στούς κατ’ἐξοχήν τόπους αὐτοσυνειδησίας.
Στούς συνειδησιακά ἀντίθετους μέ τήν ταφή τῶν νεκρῶν ἀπαντᾶμε τά ἑξῆς: Δέν συμμεριζόμαστε τή διαδεδομένη ἀντίληψη ὅτι δῆθεν εἴμαστε ἀπόλυτοι κυρίαρχοι τοῦ σώματός μας. Ἀπόλυτοι κυρίαρχοι σέ κάποιο πρᾶγμα θεωρούμαστε ἐφ’ὅσον αὐτό τό κατασκευάσαμε καί τό κατέχουμε οἱ ἴδιοι. Τό σῶμα μας δέν εἶναι δική μας δημιουργία. Εἶναι ποίημα τοῦ Θεοῦ, σέ ἀντίθεση μέ τούς ἀθέους καί μηδενιστές, πού τό θεωροῦν δημιουργία τῶν γονέων μας. Τό σῶμα μας καί ὅλο τό εἶναι μας ἀνήκουν σέ Ἐκεῖνον πού τό δημιούργησε καί στήν κοινωνία στήν ὁποία ζοῦμε. Κατά συνέπεια δέν ἔχουμε κανένα δικαίωμα νά τό διαθέσουμε ὅπως ἐμεῖς θέλουμε, πολλῷ δέ μᾶλλον νά τό καταστρέψουμε βίαια διά τῆς πυρᾶς.
Τίθενται ἐπίσης καί τά εὔλογα ἐρωτήματα: Πῶς εἶναι δυνατόν ἕνα πρωτόγονο καί βάρβαρο ἔθιμο, ὅπως αὐτό τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν, νά τηρεῖται στή σύγχρονη πολιτισμένη ἐποχή μας; Πῶς εἶναι δυνατόν νά γίνει δεκτή ἡ ἀπολίτιστη καί βίαιη αὐτή πράξη χωρίς ἀφόρητη ψυχολογική πίεση; Πῶς θά μποροῦσε νά δεχθεῖ μιά χαροκαμμένη μητέρα νά ἀτενίσει τήν ἀπανθράκωση τοῦ παιδιοῦ της; Ἡ στέρηση ἔστω τῶν λειψάνων τοῦ παιδιοῦ αὐτῆς τῆς μητέρας θά ἰσοδυναμοῦσε μέ ἑναν δεύτερο θάνατο!
Ἡ καύση, ἡ βίαιη καί ὁλοκληρωτική καταστροφή τοῦ σώματος, ἐνέχει ἕναν σπουδαιότατο κίνδυνο, τόν ὁποῖον κανένας δέν ἔχει ἐπισημάνει. Πρόκειται γιά τίς περιπτώσεις ἐγκληματικῶν πράξεων γιά τίς ὁποῖες ἀπαιτεῖται ἰατροδικαστική ἐξέταση πτώματος. Στήν περίπτωση πού τό πτῶμα ἀποτεφρωθεῖ θά εἶναι ἀδύνατη τέτοια ἐξέταση καί ὁ δολοφόνος θά πάρει ἄφεση! Εἶναι εὔκολο νά φανταστοῦμε πόσα ἐγκλήματα θά μείνουν ἀνεξιχνίαστα καί ἀτιμώρητα, καί τό χειρότερο, πόσα ἐγκλήματα θά γίνουν, ἀφοῦ θά εἶναι εὔκολο οἱ ἐγκληματίες νά σβήσουν διά παντός τά δολοφονικά ἴχνη τους διά τῆς καύσεως!
Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ἡ καύση τῶν νεκρῶν ἐντάσσεται σέ ἕνα γενικώτερο σχέδιο περιθωριοποίησης κάθε χριστιανικῆς πρακτικῆς, πού ἀπορρέει ἀπό τήν μακραίωνη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Τά τελευταῖα χρόνια δρομολογεῖται, δυστυχῶς, μία πρωτοφανής κατάσταση, πού ἔχει ὡς στόχο νά θέσει στό περιθώριο τῆς κοινωνίας τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε ἡ καύση τῶν νεκρῶν εἶναι ἕνα ἀπό τά πολλά «αἰτήματα» τῶν ἀντιθέων παραγόντων, οἱ ὁποῖοι ἀδιαφοροῦν γιά τίς ὅποιες ἐπιπτώσεις στήν κοινωνία, φθάνει νά πλήξουν τήν Ἐκκλησία!
Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί ἀπέναντι στή μηδενιστική ἀπαισιοδοξία καί τήν καταστροφική μανία τῶν ὑποστηρικτῶν τῆς καύσεως τῶν νεκρῶν, ἀντιπαραθέτουμε τή δέουσα τιμή μας πρός τό ἀνθρώπινο πρόσωπο ὡς ψυχοσωματική ἑνότητα καί τήν αἰσιόδοξη πίστη μας στήν ἀέναη μεταθανάτια συνέχιση τῆς ζωῆς μας. Ἄν γιά ἐκείνους τό τέλος τους εἶναι ὁ φοβερός καταστροφικός κλίβανος, γιά μᾶς προορισμός μας εἶναι οἱ ἀτελεύτητοι αἰῶνες καί ἡ ἄρρητη μακαριότητα, πού ἀπορρέει ἀπό τό Θεό στούς πιστούς Του. Αὐτά γιά μᾶς δέν εἶναι ἀφηρημένα λεκτικά σχήματα καί φροῦδες ἐλπίδες, ἀλλά ἔχουν τήν πιστότητα καί βεβαιότητα τοῦ σαρκωμένου Θεοῦ μας καί Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Ὁποίου «ἀληθής ἐστίν ἡ μαρτυρία» (Ἰωάν. 8,14).-